Αχόρταγο πέλαγος

Κουλουριασμένη στα γόνατά σου, με την πάνινη κούκλα σου αγκαλιά, προσπαθείς να ζεσταθείς μέσα στην παλιόβαρκα. Τί σκέψεις να κάνεις άραγε μέσα στο μικρό σου κεφαλάκι; Ίσως να φέρνεις στην μνήμη σου εικόνες φρίκης της καταστρεμμένης από τον πόλεμο χώρας σου. Ίσως να φαντάζεσαι ότι σύντομα θα βρεθείς επιτέλους μέσα σε ένα ζεστό, φωτεινό δωμάτιο. Εξάλλου κουράστηκες τόσες μέρες μακριά από το σπίτι σου, ατελείωτο μοιάζει αυτό το ταξίδι. Στην αρχή, αμέτρητα χιλιόμετρα περπάτημα και τώρα στοιβαγμένη μέσα στη βάρκα, μαζί με άλλα παιδιά και μεγάλους μένετε σιωπηλοί. Ακούγονται μόνο οι συνομιλίες των Τούρκων δουλεμπόρων και ο παφλασμός των άγριων κυμάτων.



Μες στο σκοτάδι ξεκινήσατε για την Ευρώπη, να γλιτώσετε απ΄ την μανία του πολέμου. Ταξιδεύετε βράδυ, γιατί σας λένε παράνομους, δεν έχετε λέει χαρτιά. Και τώρα που σας έπιασε το γρήγορο σκάφος νιώθετε ένοχοι καθώς τα πολύχρωμα έντονα φώτα πέφτουν πάνω στα μάτια σας. Σας φωνάζουν, σας δένουν και σας ρυμουλκούν προς τα πίσω, αλλά εσύ δεν το καταλαβαίνεις μέσα στην νύχτα, μέσα στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, μέσα στην παράξενη γλώσσα που μιλάνε αυτοί με τις στολές. Βιάζονται να σας πάνε πίσω, βιάζονται να σας ξεφορτωθούν, αυτές είναι οι εντολές τους, τρέχει το σκάφος σαν αφηνιασμένος ταύρος. Και εσύ μικρό μου κοριτσάκι, ζαλίζεσαι, κρατιέσαι από το σαπισμένο ξύλινο σκαρί, αλλά δεν αντέχεις άλλο, αφήνεις τα αδύνατα χεράκια σου και πέφτεις στην κρύα θάλασσα. Προσπαθούν να δουν και οι άλλοι τι συνέβη, σηκώνονται, αναποδογυρίζει η βάρκα και όλοι είστε μέσα στο νερό.

Κρατήσου κοριτσάκι… Κολύμπα! Μέχρι να σε μαζέψει κάποιος, κρατήσου… Μην πας προς το βυθό… Γιατί δεν ακούω την καρδιά σου να χτυπά; Μόνο την πάνινη κούκλα σου βλέπω να επιπλέει, μονάχη. Πνίγηκες και εσύ στο Αιγαίο πέλαγος. Στο πέλαγος που ο βυθός του δεν χορταίνει τραγωδίες. Δεν ημέρεψε από τον ανυπόμονο Αιγαία, από τον θαρραλέο ιπτάμενο Ίκαρο, από τους Μικρασιάτες το 1922 που δεν «χωρούσαν» στα συμμαχικά πλοία. Ήθελε και εσένα, τα δύο αδέλφια σου, τη μητέρα σου. Δεν πρόλαβες κοριτσάκι να τη δεις. Να δεις την Ευρώπη που είχες φανταστεί. Τα ωραία μαγαζιά, τα μεγάλα πάρκα, τα σύγχρονα σχολεία, τα πολυώροφα μουσεία, τους ευγενικούς ανθρώπους. Είδες μόνο τον άγριο ταύρο πάνω στον οποίο είναι καβάλα. Η Ευρώπη και ο ταύρος. Η μυθολογία επαναλαμβάνεται σαν μια κακόγουστη φάρσα. Μόνο που αυτή τη φορά ο ταύρος δεν είναι ο Ξένιος Δίας.

Τώρα κοιμήσου ήσυχη. Δεν φταις εσύ που δεν κρατήθηκες στην βάρκα, εμείς φταίμε που σε αφήσαμε να πνιγείς. Σε αφήσαμε να πνιγείς γιατί αφήνουμε τον ταύρο να ζει, να εξουσιάζει και να κατευθύνει την Ευρώπη και τις πατρίδες μας. Εμείς φταίμε, εμείς οι «πολιτισμένοι», εμείς οι Ευρωπαίοι. Κοιμήσου κοριτσάκι, μέχρι να σε ξυπνήσουν τα τραγούδια μας. Οι καρδιές μας δεν αντέχουν άλλο βία, πόνο και άδικους χαμούς. Πλησιάζει η ώρα που θα εκραγούν από οργή. Πλησιάζει η ώρα που θα τον πιάσουμε τον ταύρο από τα κέρατα και θα τον σύρουμε εκεί που του αξίζει. Τον περιμένει ο βωμός, τον περιμένει ο καιρός. Κοντοζυγώνει το μεγάλο γλέντι. Κοιμήσου τώρα. Κοιμήσου μέχρι να ακούσεις νότες και φωνές που θα κουβαλάνε μόνο χαρά και κέφι. Τότε αναδύσου από το σκοτεινό βυθό και έλα να σύρεις πρώτη το χορό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου